Δευτέρα 22 Σεπτεμβρίου 2025

16.1 Μονή της Αγίας Αναστασίας, Μπουργκάς / Monastery of St Anastasia, Burgas



Η μονή της Αγίας Αναστασίας βρίσκεται στο ομώνυμο νησί στον κόλπο του Πύργου (Burgas) στη Μαύρη Θάλασσα, 6,5 χλμ. νοτιοανατολικά του Πύργου και περίπου 1,5 χλμ. από την πλησιέστερη στεριά, το ακρωτήριο Τσουκαλιά. Το νησί είναι κατασκευασμένο από ηφαιστειακά πετρώματα, έχει ύψος 12 μέτρα και έκταση 0,022 τ.χλμ.
Κατά μήκος του Meden Rudnik, παράκτιας διακλάδωσης της οροσειράς Στράντζα, υπάρχουν πέντε νησιά: Αγία Αναστασία, Άγιος Ιωσήφ και το γειτονικό του Άγιος Πέτρος, Άγιος Κήρυκος και Ιουλίττα και Άγιος Θωμάς. Δεν είναι τυχαίο ότι φέρουν ονόματα αγίων, και σε όλα τα πέντε υπήρχαν σε διάφορες περιόδους μονές ή σκήτες. Οι πληροφορίες για την ιστορία τους είναι ελάχιστες και οι αρχαιολογικές έρευνες θα αποκαλύψουν νέα μυστικά.
Η παλαιότερη άμεση γραπτή μαρτυρία για τη μονή χρονολογείται στα μέσα του 16ου αιώνα, σε ένα ανώνυμο πορτολάνιο του 1553, όπου το νησί ονομάζεται «Νησί του Προδρόμου». Το λανθασμένο όνομά του οφείλεται στο γεγονός ότι κατά τον 16ο αιώνα η μονή της Αγίας Αναστασίας εξαρτιόταν άμεσα από το μοναστήρι του Αγίου Προδρόμου της Σωζόπολης (όπως θα περιγραφεί παρακάτω).
Βασική πηγή για τις ιστορικές μας γνώσεις για τη μονή Αγίας Αναστασίας αποτελεί ο κώδικας 770 της Πάτμου. 
Η μονή Αγίας Αναστασίας στο ομώνυμο νησί.
Διακρίνονται επίσης ο κόλπος Tschengene skele και ο οικισμός Άτια. 
Ευθύς εξ' αρχής, πρέπει να σημειωθεί, ότι τίθεται ένα ζήτημα, γύρω απ' αυτήν, καθώς υπάρχει περίπτωση να ταυτίζεται με την ομώνυμη Πατριαρχική και Σταυροπηγιακή μονή, που βρισκόταν σε νησί απέναντι από ·τον Πύργο. Το όλο θέμα φαίνεται να περιπλέκεται από την τοποθεσία της μονής, αφού είχε κτιστεί στο ακρωτήριο, το ονομαζόμενο της Αγίας Αναστασίας, στα δυτικά της πόλης και σε απόσταση λίγων χιλιομέτρων από αυτή. Πάντως, από τα γραφόμενα συμπεραίνεται ότι μάλλον πρόκειται για δύο διαφορετικές μονές, ασχέτως αν η μια βρίσκεται απέναντι από την άλλη (το Ακρωτήρι της Αγίας Αναστασίας βρισκόταν απέναντι από το ομώνυμο νησί), αφού πουθενά στα κείμενα δεν αναφέρεται ότι η μονή βρισκόταν σε νησί, όπως ρητά αυτό αναφέρεται για τις μονές Προδρόμου και Κηρύκου. Κατά συνέπεια στην παρούσα εργασία θα αντιμετωπιστεί ως ξεχωριστεί μονή της Σωζόπολης. 

Όπως και για τις περισσότερες μονές της περιοχής, δεν υπάρχουν στοιχεία για τη χρονολογία ίδρυσής της, ούτε για τον κτίτορά της. Η πρώτη αναφορά στην μονή γίνεται σε συνοδικό γράμμα του 1575, επί των ημερών της πρώτης πατριαρχίας του Ιερεμία Β'. Με αυτό ο Πατριάρχης ενέκρινε την ενέργεια του άρχοντα Μιχαήλ Καντακουζηνού να θέσει το μονύδριο της Αγίας Αναστασίας υπό τη μονή του Προδρόμου. Η έγκριση της ενέργειας αυτής αποτελεί πρωτοφανή υποχώρηση της Εκκλησίας έναντι της δύναμης ορισμένων λαϊκών αρχόντων, ενώ αυτή καθ' εαυτή η πράξη αποτελεί την κορύφωση μιας σειράς εξίσου προκλητικών ενεργειών κάποιων αρχόντων, που απροκάλυπτα επενέβαιναν στη ζωή των μονών. Αυτές τις ενέργειες καταδίκασε με γράμμα του ο Οικουμενικός Πατριάρχης Διοvύσιος Β´, είκοσι, περίπου, χρόνια νωρίτερα, το 1554, ζητώντας, ταυτόχρονα, από τους άρχοντες να μην επεμβαίνουν στα εσωτερικά ζητήματα των μονών. 

Από το γράμμα του Ιερεμία πληροφορούμαστε, ότι ο Καντακουζηνός, περαστικός από την περιοχή του μονυδρίου της Αγίας Αναστασίας, βλέποντάς το ερειπωμένο, εξαιτίας των λαθών των ηγουμένων, σύμφωνα με το κείμενο, αλλά και εξαιτίας της στενότητας του τόπου και της έλλειψης ύδατος, σκέφτηκε να το βοηθήσει. Γι᾽ αυτόν τον λόγο, αφού συνεννοήθηκε με τον μητροπολίτη Σωζοπόλεως και τους μοναχούς Ματθαίο και Νικόδημο, έθεσε το μονύδριο υπό τη διοίκηση της μονής Προδρόμου, για να μην επέλθει η παντελής ερήμωσή του. Η πράξη αυτή φαίνεται πως είχε αγαθά ελατήρια και πως ο άρχοντας κινήθηκε από αγάπη και ενδιαφέρον για το μονύδριο, ασχέτως αν ο τρόπος της αλλαγής του καθετώτος του είναι, τουλάχιστον, αντικανονικός και αντιπαραδοσιακός. 

Πουθενά από το κείμενο δεν προκύπτει, ότι ο Καντακουζηνός προηγουμένως ζήτησε τη γνώμη του ηγουμένου και της αδελφότητας της μονής Προδρόμου, γι' αυτή την επιπλέον επιβάρυνση, που τους προκαλούσε με την ανάθεση της ευθύνης του μονυδρίου. Το Πατριαρχείο παρενέβη και με πανηγυρικό τρόπο επικύρωσε αυτή την αλλαγή από έναν λαϊκό, στην οποία μπορούσε μόνο το ίδιο να προβεί, αφού τις όποιες αποφάσεις για τις σταυροπηγιακές μονές, τις λάμβανε αποκλειστικά το ίδιο. 

Την εποχή αυτή ο Καντακουζηνός βρίσκεται στο απόγειο της δύναμής του, ενώ ο Ιερεμίας ευεργετήθηκε από τον άρχοντα και, έτσι, δεν υπήρχε διάθεση για αντίδραση. Ο άρχοντας παρομοιάζεται στο κείμενο ως ο ιατρός που ενδιαφέρεται για την υγεία των ασθενών του και ονομάζεται "επιφανέστατος εν άρχουσι" και "μέγας δομέστικος". 

Όμως, τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν με τρόπο ομαλό. Οι μοναχοί της Αγίας Αναστασίας, μετά την υπαγωγή τους στη μονή Προδρόμου, άδραξαν την ευκαιρία να εισβάλουν σε ένα από τα εξαρτήματα της προστάτιδος μονής και συγκεκριμένα στο μονύδριο του Αγίου Νικολάου του Πτωχοβοητού, με σκοπό ασφαλώς την απογύμνωσή του από κάθε αγαθό και την κατοχή του. Η πρώτη έμμεση καταδίκη της εισβολής έγινε το 1579, σε σιγιλλιώδες γράμμα, υπογεγραμμένο από τον ίδιο τον πατριάρχη (τον Ιερεμία), που 4 χρόνια νωρίτερα αναγνώριζε την ενέργεια του άρχοντα. Βέβαια δεν γίνεται αναφορά στο όνομα του Καντακουζηνού, που το προηγούμενο έτος είχε εκτελεστεί από τους Τούρκους, αλλά, απλά, επιβεβαίωσε την εξάρτηση του Αγίου Νικολάου, που είχε ήδη δεχτεί την εισβολή των μοναχών της Αγίας Αναστασίας, από τη μονή Προδρόμου. 

Ένα χρόνο αργότερα, τον Φεβρουάριο του 1580, ο Πατριάρχης Μητροφάνης Γ´, σε σιγιλλιώδες γράμμα του αναγνώρισε, για μια ακόμη φορά, την εξάρτηση του μονυδρίου του Αγίου Νικολάου και καταδίκασε την εισβολή των μοναχών της Αγίας Αναστασίας. Η γλώσσα που χρησιμοποιεί ο Πατριάρχης είναι ιδιαίτερα σκληρή: " ... βία του Κατακουζηvού οι εv τη μοvη της Αγίας Αvαστασίας απεξέvωσαv ταύτηv τηv μοvήv του Αγίου Νικολάου (και) ως πρόσφοροι (και) ξένοι πολλά εξηφάvισαv και διέφθειραv, μικρόν τι και μόvοv εμφυτεύσαvτες αμπέλιοv". Ο Μητροφάνης είχε έναν επιπλέον λόγο για να καυτηριάσει και να καταδικάσει την ενέργεια του Καντακουζηνού, ο άρχοντας ήταν αυτός που κινήθηκε παρασκηνιακά για την εκθρόνισή του το 1572 και την ανάρρηση στον θρόνο του Ιερεμία Β' (ο οποίος και ενέκρινε την ενέργεια του).

Τον Αύγουστο του ίδιου έτους πέθανε ο Μητροφάνης Γ´ και στον θρόνο ανήλθε για δεύτερη φορά ο Ιερεμίας Β' . Τον Σεπτέμβριο, πάντα του 1580, λίγο, δηλαδή, μετά την ενθρόνισή του, σε γράμμα του, καταδίκασε την εισβολή των μοναχών της Αγίας Αναστασίας και επιβεβαίωσε την εξάρτηση του Αγίου Νικολάου από την μονή Προδρόμου. Ο Ιερεμίας, βέβαια, είναι πιο ήπιος στο ύφος του, δεν αναφέρει καθόλου το όνομα του Καντακουζηνού, παρά μόνο την φράση "βία χρησάμεvοι αρχοντική", που αποτελεί μια αναφορά στην πράξη του άρχοντα, χωρίς να μνημονεύεται ο ίδιος. Ωστόσο, οι πληροφορίες του για τα γεγονότα είναι ίδιες με αυτές του Μητροφάνη Γ´, οπότε δεν γεννάται καμία αμφιβολία για το τί συνέβη στον Άγιο Νικόλαο. Πάντως, το 1580 χρειάστηκε να σταλούν δύο πατριαρχικά γράμματα από δύο διαφορετικούς Πατριάρχες για το θέμα αυτό (Φεβρουάριος-Σεπτέμβριος) το δεύτερο, ειδικά, εστάλη επειδή, προφανώς, οι μοναχοί της Αγίας Αναστασίας δεν συμμορφώθηκαν με την πατριαρχική απόφαση για άμεση αποχώρηση τους από τον Άγιο Νικόλαο και επιστροφή του μετοχίου στο παλαιό του καθεστώς. 

Άγνωστο παραμένει, πότε πραγματοποιήθηκε η αποχώρηση των Αγιοαναστασιτών από τον Άγιο Νικόλαο και η επαναπόδοσή του στη μονή Προδρόμου. Η ησυχία που κυριαρχεί στα επόμενα έτη για το θέμα εκλαμβάνεται ως ένδειξη τακτοποίησής του. 

Απλή αναφορά στα γεγονότα έχουμε το 1585 στο γράμμα του Πατριάρχη Θεόληπτου Β´, όπου παρουσιάζεται ο Μητροφάνης να έχει σώσει τη μονή του Αγίου Νικόλαου από την αρπαγή. Αυτό αποτελεί και την τελευταία αναφορά στη διαμάχη γύρω από τον Άγιο Νικόλαο. Στο ίδιο γράμμα, όπου αναφέρονται τα μετόχια που κατείχε η μονή Προδρόμου, δεν γίνεται λόγος για την Αγία Αναστασία, γεγονός που μπορεί να σημαίνει ότι αυτή είχε πάψει να αποτελεί εξάρτημα της. 

Το 1609, 24 έτη αργότερα, στο σιγιλλιώδες γράμμα του Πατριάρχη Νεόφυτου Β´, το νησί της Αγίας Αναστασίας του Πύργου παρουσιάζεται ως μετόχιο της μονής Προδρόμου, χωρίς καμία αναφορά στην Αγία Αναστασία Σωζοπόλεως. 

Υπάρχει μια επιστολή σε ένα βιβλίο που αναφέρεται σε μια επίθεση Κοζάκων κατά τον 17ο αιώνα, η οποία γράφτηκε από τον ιερομόναχο Καλλίνικο, στον οποίο αναφέρεται ο ηγούμενος της Αγίας Αναστασίας Ναθαναήλ.
Μετά την καταστροφή της μονής του Αγίου Ιωάννη στη Σωζόπολη το 1629, το μετόχιο του Αγίου Νικολάου σίγουρα υπήχθη στην Αγία Αναστασία. 

Μετά τις καταστροφές που προκάλεσαν οι Τούρκοι και οι Κοζάκοι, έχει διασωθεί στην προφορική παράδοση ότι ο Νικολάκι Παπαδόπουλος από τη Σωζόπολη έκανε μεγάλες δωρεές στη μονή,

Το 1656 το «πλούσιο μοναστήρι στο νησί» στον κόλπο του Μπουργκάς αναφέρεται στο ταξιδιωτικό χρονικό του Τούρκου ταξιδιώτη Εβλιγιά Τσελεμπί, από το οποίο μπορεί να συναχθεί ότι στα μέσα του 17ου αιώνα η μονή της «Αγίας Αναστασίας» ήταν άξια αντικαταστάτης των δύο πατριαρχικών μονών κοντά στη Σωζόπολη.
Στα τελευταία δεκαετίες του 17ου αιώνα, το νησί χαρτογραφήθηκε για πρώτη φορά από τον Nicolaes Witsen (https://en.wikipedia.org/wiki/Nicolaes_Witsen), ενώ το 1732 και στον χάρτη του Ιμπραήμ Εφέντι με το τουρκικό όνομα «Кешиш адаса» (Νησί των Ιερέων). 
Πολλά βουλγαρικά χωριά από την κοντινή ακτή, αλλά και από το εσωτερικό, μέσω των δωρεών τους έδωσαν ισχυρή οικονομική ώθηση στη μονή. Κοντά στην «Αγία Αναστασία» βρισκόταν το λιμάνι «Ченгене скеля» (Τσιγκάνικο λιμάνι), όπου σήμερα βρίσκεται το ψαροχώρι με το ίδιο όνομα. Σύμφωνα με την παράδοση, εκπρόσωποι της γνωστής οικογένειας Μπιμπελόφ από το Φάκι συνέβαλαν στην παρουσία των Βουλγάρων σε αυτό το λιμάνι. Ακόμα πιο κοντά στην Αγία Αναστασία βρισκόταν το παλιό χωριό Τσουκαλιά, το οποίο σύμφωνα με κώδικα από τη Μεσημβρία ήταν ιδιοκτησία της μονής. 

Οθωμανικά-τουρκικά έγγραφα μαρτυρούν ότι τον 16ο-18ο αιώνα, στην κοντινή ακτή υπήρχαν τα χωριά Άτια και Ατανάσοβο (σημερινή περιοχή Ιζγκρέβ του Μπουργκάς), όχι μακριά από την ακτή ήταν τα χωριά Μαρίνκα (Καραγκουζλιάρ), Ιζβόρ (Καϊνάρντζα) και Τβαρντίτσα, το μικρό χωριό Βεσέλιε (Σαρουμούσα), καθώς και το μεγάλο χωριό Πανιτσάρεβο (Τσανάκτσι). Σύμφωνα με την προφορική παράδοση, όχι μακριά από τον βράχο Τσέγκενε βρισκόταν το χωριό Οτμανλί, το οποίο έδωσε το όνομά του στην περιοχή νότια του κόλπου του Μπουργκάς, η περιοχή μεταξύ "Τσουκάλια" και "Οτμανλί" παρέμεινε ως "Μοναστηριακή". Από τα έγγραφα είναι σαφές ότι Βούλγαροι κτηνοτρόφοι ζούσαν στα αναφερόμενα χωριά, οι οποίοι, μαζί με τους παράκτιους ψαράδες, ήταν οι κύριοι επισκέπτες και δωρητές του μοναστηριού.

Ο κύριος και πιο γενναιόδωρος ευεργέτης της μονής «Αγίας Αναστασίας» το 1802, μαζί με τον τότε ηγούμενο Ναθαναήλ από την περιοχή Γάνος της Κωνσταντινούπολης, ήταν ο Χατζή Ματθαίος από την πόλη Κότελ. Με αυτή την χειρονομία, άφησε ένα ανεξίτηλο σημάδι στη μνήμη του παράκτιου πληθυσμού. Ο Ματθαίος του Κότελ ήταν ένας πλούσιος κεχάγιας, τα ποίμνιά του ήταν διασκορπισμένα στα ανατολικά Βαλκάνια και σε όλη τη βόρεια και νότια ακτή της Μαύρης Θάλασσας, από τη Δοβρουτσά μέχρι τη Στράντζα. Το έργο του φιλόχριστου Βούλγαρου Χατζή Ματθαίου συνέχισε ο γιος του Πέταρ και ο εγγονός του Χατζή Πέταρ Μ. Ματέεφ, ιδρυτής της οικογένειας Χατζηπέτροφ στο Μπουργκάς.

Στη δεκαετία του '40 του 19ου αιώνα, ταξιδεύοντας δια θαλάσσης από νότο προς βορρά κατά μήκος της ακτής, σημείωσε: «Πριν μπούμε στο Μπουργκάς, βλέπουμε τη μονή «Αγία Αναστασία»... γραφικά τοποθετημένη σε ένα νησί. Κατοικείται από έναν μοναχό που ζει εδώ τη ζωή ενός αληθινού ερημίτη...». Κατά τη διάρκεια του Κριμαϊκού Πολέμου (1853-1856), το γειτονικό λιμάνι Τσενγκένε Σκέλα χρησιμοποιήθηκε από τον αγγλικό στόλο.
Ο επόμενος Ευρωπαίος στη χρονολογία που μας δίνει πληροφορίες για το μοναστήρι είναι ο Άγγλος James Baker, ο οποίος το αποκαλεί εντελώς λανθασμένα «Άγιος Αθανάσιος», το έτος είναι 1874, και ο μοναχός εκείνη την εποχή ήταν ο π. Γρηγόριος.
Το 1884, η «Αγία Αναστασία» και η γύρω ακτή περιγράφηκαν λεπτομερώς από τον αναγεννητή του Μπουργκάς Στόγιαν Σιβάτσεφ (Стоян Шивачев). Το χειρόγραφό του «Περιγραφή της περιοχής του Μπουργκάς» φυλάσσεται στη συλλογή του Ιστορικού Μουσείου-Μπουργκάς.
Στα τέλη του 19ου αιώνα, χτίστηκε ο τελευταίος - έβδομος - φάρος στις ακτές της Μαύρης Θάλασσας. Το 1912, χτίστηκε ένας πύργος φάρου από οπλισμένο σκυρόδεμα στο βόρειο τμήμα του νησιού, με ύψος 9,10 μ. πάνω από το έδαφος και 21,70 μ. πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας.
Η εορτή του ναού της μονής «Αγία Αναστασία» γιορταζόταν στις 15 Αυγούστου - την Κοίμηση της Θεοτόκου, γεγονός που παραπλανά πολλούς ανθρώπους κάνοντάς τους να πιστεύουν ότι η εκκλησία της μονής είναι αφιερωμένη στην Υπεραγία Θεοτόκο, αλλά στην πραγματικότητα την ίδια ημέρα οι Χριστιανοί από τις νότιες ακτές της Μαύρης Θάλασσας τιμούσαν τη μνήμη της Αγίας Αναστασίας της Φαρμακολύτριας. Η εορτή της είναι στις 22 Δεκεμβρίου, αλλά επειδή αυτή τη χειμερινή μέρα η θάλασσα είναι φουρτουνιασμένη και εμποδίζει τη ναυτιλία, η αγία γιορτάστηκε την ημέρα της Θεοτόκου. Κάθε χρόνο, βάρκες, πλοία και κανό έφταναν στην εορτή της εκκλησίας από όλες τις παράκτιες πόλεις, Χριστιανοί προέρχονταν από το εσωτερικό της Στράντζας, ακόμη και από το εσωτερικό των βουνών Στάρα Πλάνινα.

Για αιώνες, Βούλγαροι και Έλληνες γιόρταζαν μαζί τη φωτεινή μνήμη της Μεγαλομάρτυρος Αναστασίας, οι απλοί Χριστιανοί δεν διέκοψαν τις διεθνικές επαφές σε πνευματικό και καθημερινό επίπεδο.

Με την ίδρυση και την αναγνώριση της Βουλγαρικής Εξαρχίας το 1870, η μονή «Αγία Αναστασία» ως σταυροπηγιακή παρέμεινε στην κατοχή του Οικουμενικού Πατριάρχη. Αλλά με την ενίσχυση του βουλγαρικού κράτους μετά την Απελευθέρωση, το Οικουμενικό Πατριαρχείο άρχισε σταδιακά να χάνει την υλική και πνευματική κυριαρχία του επί του μοναστηριού.

Το 1900, το μοναστήρι και οι παρακείμενες περιουσίες του πουλήθηκαν στους εμπόρους του Μπουργκάς, Δ. Χαραλάμπους και Γκεόργκι Ζέτσκοφ, πίσω από τους οποίους στέκονταν οι «Μίρκοβιτς και Σία». Αλλά λόγω της μεγάλης δημόσιας αγανάκτησης, η πώληση αυτή επανεξετάστηκε από την κυβέρνηση Ιβάντσοφ-Ραντοσλάβοφ και τους αφαιρέθηκε.

Στις 15 Αυγούστου 1901, το μοναστήρι «Αγία Αναστασία» επανακαθαγιάστηκε και τελικά πέρασε στα χέρια του βουλγαρικού κλήρου, μαζί με όλες τις περιουσίες του μοναστηριού στην ξηρά. Στη συνέχεια, ο ναός της μονής μετονομάστηκε σε ναό της Υπεραγίας Θεοτόκου.

Κατά την περίοδο των πολέμων του 1912-1918, δεν υπάρχουν πληροφορίες για την ιστορία της μονής. Μετά τους πολέμους, σύμφωνα με την περιγραφή του Ιβάν Βάζοφ: «...και τώρα το νησί είναι έρημο με το μισογκρεμισμένο μοναστήρι του...», αυτό έγραψε ο μεγάλος συγγραφέας το 1921, λίγο πριν τον θάνατό του.
Κατά την περίοδο 1923-25, το νησί μετατράπηκε σε φυλακή πολιτικών κρατουμένων (κομμουνιστών και αγροτών), από την οποία στις 29 Ιουλίου 1925, 43 κρατούμενοι κατάφεραν να δραπετεύσουν, φτάνοντας αργότερα στη «Γη της Επαγγελίας», την λεγόμενη ΕΣΣΔ. Από τον Ιούλιο έως τον Οκτώβριο του 1941, η «Αγία Αναστασία» χρησιμοποιήθηκε ξανά ως απομονωτήριο.

Μετά το 1944, προς τιμήν των κομμουνιστών πολιτικών κρατουμένων, το νησί μετονομάστηκε σε «Μπολσεβίκικο». Το 1967, η σοσιαλιστική κυβέρνηση το ανακήρυξε «ιστορικό τόπο του επαναστατικού αγώνα».

Τη δεκαετία του 1960, το μεγάλο νότιο κτίριο του μοναστηριού τέθηκε στη διάθεση της δημοτικής επιχείρησης «Πολιτιστική Αναψυχή και Διακόσμηση», εγκαταστάθηκαν ηλεκτρικό ρεύμα και νερό, οργανώθηκε μπουφές κ.λπ. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, εργάστηκε εκεί και ο ποιητής Χρίστο Φότεφ.

Στις αρχές του 1991, ο Δήμος του Μπουργκάς ξαναέδωσε στο νησί επίσημα το όνομα «Αγία Αναστασία».
Το μοναστηριακό συγκρότημα ευθυγραμμίζεται με την ακτογραμμή του νησιού και βρίσκεται στο υψηλότερο τμήμα του. Αποτελείται από οικιστικά κτίρια και μια εκκλησία. Νότια της εκκλησίας βρίσκεται το μεγαλύτερο κτίριο, το λεγόμενο μοναστήρι, που χτίστηκε το 1802. Τα άλλα κτίρια σήμερα δεν έχουν την αρχική τους μορφή, με την πάροδο των ετών έχουν ξαναχτιστεί πολλές φορές, και μερικά έχουν σβηστεί εντελώς.

Το παλαιότερο και πιο σύνθετο από άποψη αρχιτεκτονικής είναι το καθολικό της μονής. Ο ναός χτίστηκε σε τέσσερα στάδια κατασκευής: πρώτον, χτίστηκε το σημερινό ιερό, το οποίο σύμφωνα με το σχέδιο είναι μια τρουλαία εκκλησία με εγγεγραμμένο σταυρό, που χρονολογείται στους 12ο-14ο αιώνα, είναι πιθανό να υπήρχε μια παλαιότερη περίοδος κατασκευής, η οποία δεν έχει ακόμη ερευνηθεί. το 1802, προστέθηκε ο κυρίως ναός με δύο κόγχες. το τρίτο στάδιο περιλαμβάνει την κατασκευή το 1805 του νάρθηκα με οστεοφυλάκιο στη δυτική κατεύθυνση του κυρίως ναού. και αργότερα, τον 19ο αιώνα, προστέθηκε ένας εξωτερικός ξύλινος νάρθηκας, προσαρτημένος στους βόρειους και δυτικούς τοίχους του νάρθηκα.

Κατά την ανακατασκευή της εκκλησίας το 1802, τοποθετήθηκε ένα τέμπλο ανάμεσα στο παλιό τμήμα και τον κυρίως ναό. Έχει διατηρηθεί μια επιγραφή δωρητή σε αυτό, που υποδεικνύει ποιοι ήταν οι δωρητές: «Αυτό το τέμπλο προέρχεται από κάποιον· από (τους κατοίκους) του Βασιλικού (Τσάρεβο)· η ξυλόγλυπτη και η επιχρύσωση του ναού από τον Ματέι Κοτλενέτσα (τον προαναφερόμενο Ματθαίο από το Κότελ) (μαζί) με όλες τις αγιογραφίες, εις μνήμην αυτών, 1802». Η άμεση επιρροή του Αγίου Όρους είναι αισθητή στην κατασκευή του τέμπλου, αν και το μοναστήρι ήταν σταυροπηγιακό. Τα σκαλίσματα διαφέρουν σημαντικά από αυτά σε άλλες εκκλησίες στις ακτές της Μαύρης Θάλασσας, για παράδειγμα, στην εκκλησία της Σωζόπολης, της Υπεραγίας Θεοτόκου· η διακόσμηση και το ύφος εκτέλεσης είναι εντελώς διαφορετικά (εκεί το τέμπλο είναι έργο ξυλογλυπτών από τη Δέβρη / Debar).

Τη δεκαετία του 1960, οι περισσότερες εικόνες του τέμπλου ήταν στη θέση τους, αλλά σήμερα αυτό δεν ισχύει - είναι άδειο και η εξαιρετική ξυλόγλυπτη κατασκευή του χρειάζεται αποκατάσταση. Η θαυματουργικά σωζόμενη εικόνα της Αγίας Αναστασίας στο ναό διατηρείται τώρα και εκτίθεται για προσκύνηση στον ναό «Κοίμηση της Θεοτόκου» του Μπουργκάς. Αγιογραφήθηκε από τον καλλιτέχνη Ντιμίταρ το 1789. 

Υπήρχε μια άλλη εικόνα της Αγίας Αναστασίας, η οποία έχει εξαφανιστεί. Κατά την επίσκεψη των εργαζομένων του μουσείου το 1960, φωτογραφήθηκαν και άλλες εικόνες: «Η Παναγία, Ρόδο το Αμάραντο», «Ο Χριστός με το Στέμμα» κ.λπ. Αρκετές εικόνες από το τέμπλο της μονής «Αγίας Αναστασίας» φυλάσσονται στην Πινακοθήκη: μια εφέστια εικόνα του «Αγίου Δημητρίου», του «Αγίου Νικολάου» και δύο εικόνες - «Ο Χριστός Παντοκράτορας» και «Ο Άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής».

Μία από τις πιο ενδιαφέρουσες εικόνες εξακολουθεί να στέκεται στον επισκοπικό θρόνο του καθολικού - η εικόνα του Αγίου Μανδηλίου.

Οι τοιχογραφίες στην εκκλησία ζωγραφίστηκαν σε τρία στάδια. Οι παλαιότερες είναι αυτές από το ιερό, οι οποίες φωτογραφήθηκαν τη δεκαετία του 1960. Μερικές από αυτές αφαιρέθηκαν και αναστηλώθηκαν και τώρα δεν βρίσκονται στην αρχική τους θέση, αλλά στον δυτικό τοίχο στον μεταγενέστερα χτισμένο κυρίως ναό. Πρόκειται για θραύσματα τεσσάρων ευαγγελικών σκηνών, αν και αναστηλώθηκαν πριν από λίγο καιρό, σήμερα χρειάζονται και πάλι πρόσθετη συντήρηση. Σύμφωνα με τα στυλιστικά τους χαρακτηριστικά (ομοιότητα με εκείνες στην εκκλησία της Μεσημβρίας "Άγιος Στέφανος"), οι παλαιότερες τοιχογραφίες μπορούν να χρονολογηθούν στον 16ο-17ο αιώνα. 

Οι τοιχογραφίες στον κυρίως ναό προέρχονται από τη δεύτερη περίοδο ζωγραφικής και έχουν διασωθεί ξεχωριστά θραύσματα των άνω τμημάτων του μητρώου των ορθίων αγίων (οι εικόνες δύο κεφαλών με φωτοστέφανα - ο Άγιος Δημήτριος και ο Άγιος Γεώργιος) και το κάτω μέρος της άνω ζώνης εικονιστικών σκηνών, καθώς και εικόνες στα πλάγια του παραθύρου στον βόρειο τοίχο. 

Από την τρίτη περίοδο είναι η εικόνα «Η Παναγία με το βρέφος», πάνω από την πόρτα εισόδου, που χαράχθηκε κατά την επανακαθαγίαση της εκκλησίας του μοναστηριού στις αρχές του 20ού αιώνα, και τώρα έχει σβηστεί.

Από το 1970 έως το 1973, αρχαιολογικές αποστολές με επικεφαλής τη Βουλγαρική Ακαδημία Επιστημών διεξήχθησαν στο νησί της Αγίας Αναστασίας. Από το πλήθος των κεραμικών που βρέθηκαν, διαπιστώθηκε ότι από τον 4ο αιώνα και μετά το νησί κατοικούνταν συνεχώς, έχοντας σποραδικές επισκέψεις από την εποχή του ελληνικού αποικισμού. Αυτό αποδεικνύεται από τη μολύβδινη ράβδο αγκύρωσης που βρέθηκε στην υδάτινη περιοχή στα ανοιχτά του ακρωτηρίου με το αρχαίο όνομα Άτια, όπου υπήρχε ένας μεγάλος οικισμός, όπου ανακαλύφθηκε το παλαιότερο μαρμάρινο άγαλμα που προέρχεται από τα εδάφη της σημερινής Βουλγαρίας. Από τα ευρήματα που βρέθηκαν, διαπιστώθηκε ότι στο παρελθόν το νησί καταλάμβανε μεγαλύτερη έκταση.

Η αποστολή του καθηγητή Λαζάροφ συνάντησε έναν παλιό πέτρινο τοίχο με κονίαμα. Είναι κάθετος στον νότιο τοίχο της εκκλησίας, ίσως σύγχρονος με την αρχή της εκκλησίας, η χρονολόγησή του δεν έχει προσδιοριστεί. Ακριβώς δίπλα στον τοίχο ανακαλύφθηκε μια πλινθόκτιστη τάφρος νερού. Δεξαμενή, που χρονολογείται στον 12ο-14ο αιώνα, μια παρόμοια δεξαμενή βρίσκεται επίσης στο μοναστήρι της Σωζόπολης "Άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής". Εκεί βρέθηκαν επίσης τάφοι μοναχών. Ένα οστεοφυλάκιο ανακαλύφθηκε κάτω από το μαρμάρινο δάπεδο του νάρθηκα, και ένα δεύτερο τέτοιο βρέθηκε από αρχαιολόγους περίπου 3 μέτρα βορειοανατολικά της αψίδας της εκκλησίας. Ανατολικά του ναού της μονής υπήρχε κάποτε ένα κτίριο, από το οποίο μόνο ερείπια έμειναν κατά τη διάρκεια της αποστολής.

Από την αρχαιολογική έρευνα και τις ανασκαφές που πραγματοποιήθηκαν, μπορεί να συναχθεί το συμπέρασμα ότι η ανθρώπινη δραστηριότητα αναπτύχθηκε περιοδικά στο νησί της Αγίας Αναστασίας ακόμη και προ Χριστού, και συνεχώς κατά την ύστερη αρχαιότητα (4ο-6ο αι.) και τον πρώιμο και ύστερο Μεσαίωνα.

Οι πρώτες μελέτες των καλλιτεχνικών μνημείων στην εκκλησία του μοναστηριού πραγματοποιήθηκαν από τον Νταμιάν Ζαμπέρσκι τη δεκαετία του 1960. Ο άνθρωπος που έπαιξε τον μεγαλύτερο ρόλο στη διατήρηση των λίγων σωζόμενων μεσαιωνικών τοιχογραφιών και του πλούσιου ξυλόγλυπτου τέμπλου ήταν ο καλλιτέχνης-συντηρητής Στόγιαν Ζαμπούνοφ. Πραγματοποίησε την πρώτη αποκατάσταση των τοιχογραφιών το 1975-76, στη συνέχεια οι λίγες σωζόμενες τοιχογραφίες από το αρχικό τμήμα της εκκλησίας, οι οποίες ήταν στα πρόθυρα της πλήρους καταστροφής, αποσυναρμολογήθηκαν, αναστηλώθηκαν και συντηρήθηκαν και στη συνέχεια τοποθετήθηκαν στον ναό, όπου βρίσκονται σήμερα. Αργότερα, αναστηλώθηκε και το τέμπλο. 

Έχουν περάσει περισσότερα από 30 χρόνια από τις τελευταίες εργασίες αποκατάστασης στο μοναστήρι, και η υγρασία και το αλάτι απειλούν ξανά τα πολύτιμα έργα τέχνης με καταστροφή. Ο Στόγιαν Ζαμπούνοφ ίδρυσε τον σύλλογο «Ζαχάρι Ζωγράφ», του οποίου ο στόχος είναι η διατήρηση των καλλιτεχνικών μνημείων στο μοναστήρι «Αγία Αναστασία».

Τα πρώτα χρόνια της νέας χιλιετίας, ο Δήμος του Μπουργκάς ανέλαβε την πρωτοβουλία να ανεγείρει στο νησί έναν εντυπωσιακό μεταλλικό σταυρό αφιερωμένο στον Άγιο Ανδρέα τον Πρωτόκλητο. Το έργο σχεδιάστηκε από τον γλύπτη από το Μπουργκάς, Ρούσι Στογιάνοφ, ο οποίος πέθανε νέος. Ωστόσο, αυτή η ιδέα δεν έχει ακόμη υλοποιηθεί. 

Σήμερα, η μονή της Αγίας Αναστασίας βρίσκεται σε άθλια κατάσταση, η εκκλησία του μοναστηριού και τα κτίρια καταρρέουν, η πρόσβαση στο νησί είναι προβληματική και η μικρή προβλήτα σχεδόν έχει παρασυρθεί από τη θάλασσα. Δεδομένου ότι η ιδιοκτησία του νησιού είναι μικτή - η γη είναι δημόσια κρατική περιουσία και ο Δήμος του Μπουργκάς κατέχει πολλά κτίρια εκεί, καμία πλευρά δεν κάνει καμία ενέργεια, παρόλο που η Αγία Αναστασία έχει το καθεστώς φυσικού και αρχαιολογικού καταφυγίου. 

Αλλά το πράσινο φως δόθηκε - στις αρχές Αυγούστου 2010, το Υπουργικό Συμβούλιο έδωσε την ευκαιρία στον Δήμο του Μπουργκάς να διαχειριστεί το νησί. Ο Δήμαρχος Νικόλοφ έχει τη φιλοδοξία να μετατρέψει την ιστορική και πολιτιστική κληρονομιά σε ένα προτιμώμενο μέρος για τους τουρίστες. Για να το πετύχει αυτό, ο δήμος ελπίζει να κερδίσει ένα έργο στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Περιφερειακή Ανάπτυξη», κάτι που είναι απολύτως εφικτό.





Κάτοψη του καθολικού, όπου φαίνεται η πρώτη φάση οικοδόμησης του ιερού βήματος.


Το ξυλόγλυπτο τέμπλο του καθολικού

Η εφέστιος εικόνα της αγίας Αναστασίας.
Σήμερα φυλάσσεται στον ναό Κοιμήσεως της Θεοτόκου, στον Πύργο.
Έργο του «προσκυνητού Δημητρίου», 23 Οκτωβρίου 1789.

Καθολικό της μονής Αγίας Αναστασίας. Σπαράγματα τοιχογραφιών

Καθολικό της μονής Αγίας Αναστασίας. Σπαράγματα τοιχογραφιών

Το καθολικό της Αγίας Αναστασίας. Ο ξυλόστεγος νάρθηκας

Η μονή της Αγίας Αναστασίας (φωτ. δεκαετίας 1950)



Αγία Παρασκευή η Ρωμαία, με σκηνές του βίου της. Σε δεύτερη ζώνη: Προφήτης Ηλίας, Αγία άννα, Άγιος Παντελεήμων • 135x71 εκ. • Μονή Αγίας Αναστασίας • 1807 • Ζωγράφος: Ιωάννης Αγαθουπολίτης

Άγιος Ιάκωβος ο Αδελφόθεος και οι απόστολοι Πέτρος και Παύλος • 33.5x32,5 εκ. • Μονή Αγίας Αναστασίας • 1811

Άγιος Νικόλαος • 71,5x42 εκ. • Μονή Αγίας Αναστασίας • 19ος αι. • Ζωγράφος: Δημήτριος Ιωαννίδης

Άγιος Νικόλαος • 99,5x58 εκ. • Μονή Αγίας Αναστασίας • 19ος αι.

Βημόθυρο με τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου • 110x74 εκ. • Μονή Αγίας Αναστασίας • 19ος αι.

Ένθρονη Παναγία με Προφήτες • 108x65 εκ. • Μονή Αγίας Αναστασίας • 19ος αι.

Τριζωνική εικόνα: Κοίμηση της Θεοτόκου – Άγιοι Αθανάσιος, Χαράλαμπος και Κύριλλος – Άγιοι Γεώργιος και Δημήτριος • 116x43 εκ. • Μονή Αγίας Αναστασίας • 1801

Ρόδον το αμάραντον • 108x79,5 εκ. • Μονή Αγίας Αναστασίας • 1794 • Ζωγράφος: Κωνσταντίνος

Σταύρωση • 103x73 εκ. • Μονή Αγίας Αναστασίας • τέλη 18ου – αρχές 19ου αι.

Σύναξις Αρχαγγέλων Μιχαήλ και Γαβριήλ • 118,5x76 εκ. • Μονή Αγίας Αναστασίας • 1797 • Ζωγράφος: Ιωάννης Αγαθουπολίτης

Τίμιος Πρόδρομος • 108x51 εκ. • Μονή Αγίας Αναστασίας • 19ος αι.

Ιησούς Χριστός, Μέγας Αρχιερεύς • 71,5x40,3  • Μονή Αγίας Αναστασίας • τέλη 18ου – αρχές 19ου αι. •  Ζωγράφος: Δημήτριος Ιωαννίδης


Οι φωτογραφίες προέρχονται από τον κατάλογο:
Icons from Strandza and the Region of Burgas (From "Petko Zadgorksi" Fund of Burgas Art Gallery). Burgas 2021

Πηγές: 

Βιβλιογραφία

• Гергова Иванка, Ранният български иконостас, София,1993 г.
• Карайотов Иван, Остров"Света Анастасия", Бургас,2004 г.
• Moutafov Emmanuel, «Mural Fragments and Inscriptions in Greek from St Anastasia Island and Their Context: Once Again about the Good Epigraphy and the Preservation. In: Bulletin 'Heritage BG' - Research Announcements, ed. by Emmanuel Moutafov, 1/2021, Sofia 2022, 36-46.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου