Δευτέρα 20 Ιανουαρίου 2025

Επισκοπή Μαξιμιανουπόλεως – Μοσυνουπόλεως – Μεσήνης / Diocese of Maximianopolis – Mosynopolis – Mesinis



Επισκοπή Μαξιμιανούπολης – Μοσυνόπολης – Μεσήνης

Η Μαξιμιανούπολις υπήρξε από τις σημαίνουσες πόλεις της Θράκης, μαρτυρούμενη από τον 4ο αι. και ως διάδοχος της επί του άξονα της Εγνατίας οδού Porsulis (Παισούλαι). Κτισμένη στον κάμπο της Ροδόπης, 7 χλμ. δυτικά (βορειοδυτικά) της Κομοτηνής, νότια του χωριού Μίσχος, πορουσιάζει διαχρονική σπουδαιότητα με διαφορετικές κατά εποχή ονομασίες: από την αρχική Porsulis/Παισούλαι και Μαξιμιανούπολις στην ύστερη ρωμαϊκή-παλαιοχριστιανική εποχή, Μοσυνόπολις, Μοσυνούπολις (Messinopolis) και Μεσήνη κατά τη μεσοβυζαντινή και υστεροβυζαντινή περίοδο· τέλος δε ως Μεσσινέ Καλέ (Messinkale = κάστρο της Μεσήνης) στους μεταβυζαντινούς χρόνους. Δεν πρέπει να συγχέεται με τη Μεσσήνη της Ανατολικής Θράκης που τοποθετείται στην ευρύτερη περιοχή της Τυρολόης.

Ως Μαξιμιανούπολη υπήρξε ως μία από τις επτά σημαντικές πόλεις της επαρχίας Ροδόπης. Ως Μοσυνόπολη υπήρξε η σημαντικότερη πόλη του θέματος Βολερού και απαντάται συχνά στις ιστορικές πηγές, καθώς σε αυτήν διαδραματίστηκαν σημαντικά ιστορικά γεγονότα.

Στην παλαιοχριστιανική εποχή υπήρξε έδρα επισκοπής, υπαγόμενης στη μητρόπολη Τραϊανουπόλεως. Από την εποχή αυτή, του 5ου αι. μαρτυρούνται δύο επίσκοποι: ο Εννήπιος (στην Γ´ οικουμενική Σύνοδο της Εφέσου το 431) και ο Σερήνος (στην Δ´ οικουμενική Σύνοδο της Χαλκηδόνας το 451). Μετά την Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο και κατά το διάστημα 451-459 μ.Χ. χρονολογείται η πρώτη αποδυνάμωση της μητροπόλεως Τραϊανουπόλεως, οπότε η επισκοπή Μαξιμιανουπόλεως αποσπάται από την πνευματική της ευθύνη, ανακηρύσσεται αυτοκέφαλη και ως τέτοια εκπροσωπείται και πάλι από τον Σερήνο στην Σύνοδο του 459 και από τον επίσκοπο Ευστάθιο (ως επίσκοπο μητροπόλεως Μαξιμιανουπόλεως) στην Ε΄ οικουμενική Σύνοδο της Κωνσταντινουπόλεως ( 553 μ. Χ) επί Ιουστινιανού Α΄(527 – 565).
Κατά τον 7ο  αι. η Μαξιμιανούπολη παρουσιάζεται στον κατάλογο των αυτοκέφαλων αρχιεπισκοπών στην έκθεση του Ψευδο-Επιφανίου (7ου αι. μ.Χ.35) και συνεχίζει να εμφανίζεται ως αρχιεπισκοπή στους καταλόγους των τάξεων πρωτοκαθεδρίας (Notitiae) του β΄ μισού του 8ου αι.

Μοσυνόπολη
Το 879 εμφανίζεται πλέον στη Σύνοδο του 879 ως «Επισκοπή Μοσυνοπόλεως» με επίσκοπο τον Παύλο, υπαγόμενη στη μητρόπολη Τραϊανουπόλεως.
Κατά τον 10ο αι. η Μοσυνόπολη συνεχίζει να αναγράφεται ως επισκοπή υπαγόμενη στη μητρόπολη Τραϊανουπόλεως και έτσι απαντά στη Διατύπωση Λέοντος Στ΄(901 – 907) και στα Νέα Τακτικά (μεταξύ των ετών 930 και 940).

Τον 11ο αι. η Μοσυνόπολη συνεχίζει να αναγράφεται ως επισκοπή υπαγόμενη στη μητρόπολη Τραϊανουπόλεως και έτσι απαντά στους καταλόγους των τάξεων πρωτοκαθεδρίας (Notitiae) των μέσων του αιώνα και της εποχής αμέσως πριν τη βασιλεία του Αλεξίου Α΄ Κομνηνού (1081 – 1118) ή των πρώτων ετών αυτής.

Κατά τον 12ο αι. η Μοσυνόπολη συνεχίζει να αναγράφεται ως επισκοπή υπαγόμενη στη μητρόπολη Τραϊανουπόλεως και έτσι απαντά στους καταλόγους των τάξεων πρωτοκαθεδρίας (Notitiae) του Νείλου Δοξαπατρή και της εποχής του Ισαακίου Β΄ Αγγέλου (1185 – 1195).

Στις αρχές του 13ου αι.(1210), μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους, η Μοσυνόπολη αποτελεί λατινική αυτοκέφαλη αρχιεπισκοπή, με την επισκοπή της Ξάνθειας υπαγόμενη σε αυτήν. Το 1233 μνημονεύεται λατίνος επίσκοπός της (Messinopolitano), ενώ αναγράφεται ως επισκοπή υπαγόμενη στη μητρόπολη Τραϊανουπόλεως στους καταλόγους των τάξεων πρωτοκαθεδρίας (Notitiae) της εποχής του Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγου (1259-1282).

Από συνοδική πράξη του πατριαρχείου Κωνστατνινουπόλεως του 1347 πληροφορούμαστε ότι η επισκοπή Μοσυνοπόλεως χήρευε εκείνη την εποχή και ότι ο μητροπολίτης Τραϊανουπόλεως Γερμανός, με αίτημά του στο πατριαρχείο, ζήτησε τη μεταφορά της έδρας του στη Μοσυνόπολη επειδή η μητρόπολή του καταλήφθηκε από τους Τούρκους. Το αίτημά του έγινε αποδεκτό και του παραχωρείται η Μοσυνόπολη, αφού αποσπάστηκε από τη δικαιοδοσία του μητροπολίτη Ξάνθειας, στον οποίο προηγούμενα είχε δοθεί.
Ωστόσο, αναφερόμενος ο Καντακουζηνός με αφορμή επίθεση που δέχθηκε ο ίδιος από τον Βούλγαρο Μομτσίλο στα 1343, αναφέρεται στην πόλη ως εξής: «...καὶ προῆλθεν ἄχρι πόλεως Μεσήνης παλαιᾶς, ἐκ πολλῶν ἐτῶν κατεσκαμμένης...» (Ιστοριών Βιβλία Δ', § ο´), μαρτυρία που δηλώνει ότι ήταν προ καιρού κατεστραμμένη η πόλη. Αυτό αντιβαίνει με την παραπάνω συνοδική πράξη του 1347, εκτός αν δεχτούμε ότι παραχωρήθηκε στον Γερμανό έδρα κοντά στη Μοσυνούπολη (και εδώ θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε τα Κουμουτζενά, σημερινή Κομοτηνή) ή του παραχωρήθηκαν τα εισοδήματα της δικαιοδοσίας της Μοσυνούπολης
Από την πατριαρχική συνοδική πράξη του 1353, επί πατριαρχίας του πατριάρχη Καλλίστου, πληροφορούμαστε ότι παραχωρείται στον μητροπολίτη Τραϊανουπόλεως και η μητρόπολη Περιθεωρίου, καθότι η επισκοπή Μοσυνουπόλεως είχε καταντήσει άσημη και ολιγάνθρωπη εξαιτίας των τουρκικών επιδρομών. Από την εποχή αυτή η επισκοπή Μοσυνοπόλεως καταργείται και η περιοχή της υπάγεται στην αναδειχθείσα τους ίδιους χρόνους μητρόπολη Μαρωνείας.

Το 1433 ο περιηγητής Bertrandon de la Broquière σημειώνει στο ημερολόγιό του, στο πέρασμά του από τα μέρη της σημερινής Κομοτηνής ότι: Περάσαμε από μια πόλη που τη λένε Caumissin (Κομοτηνή) πολύ όμορφη μικρή πόλη, πολύ καλά οχυρωμένη. Επίσης περάσαμε από μία πόλη που τη λένε Mussi (Μισί, Μοσυνούπολη), που ήταν παλαιότερα καλή και καλά οχυρωμένη, αλλά τώρα είναι κατεστραμμένη, τα τείχη της σωριασμένα στο έδαφος και δεν κατοικείται. 

Από την ίδρυσή της, ως επίσκοπή Μοσυνουπόλεως (9ο αι.) μέχρι την κατάργησή της, κατά την πρώτη δεκαετία της τουρκικής κατκτησης της Θράκης (1362-1372), παρέμεινε επισκοπή, χωρίς να προβιβαστεί σε μητρόπολη.


Μνημεία
Την άνθηση της πόλης κατά τον 11ο  αι επιβεβαιώνουν και τα αρχαιολογικά ευρήματα. Η ανασκαφική έρευνα έδωσε περίκεντρο ναό με εντυπωσιακό τρούλο, που είχε σχήμα ακανόνιστου εξαγώνου, εξωτερικών διαστάσεων 31,60x25 μ. και βρισκόταν στο κέντρο περίπου της Μοσυνόπολης. Οι μεγάλες διαστάσεις του ναού, η επιμελημένη τοιχοποιία του και ο αρχιτεκτονικός του τύπος τον κατατάσσουν σε ένα από τα σπουδαιότερα μνημεία της βυζαντινής εκκλησιαστής αρχιτεκτονικής. Υπήρξε πιθανότατα ο επισκοπικός ναός της πόλης, αφού εντοπίστηκε και σύνθρονο. 

Κύριες πηγές σύνθεσης του λήμματος:

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου